Βίτελσμπαχ

Βίτελσμπαχ
(Wittelsbach).Βασιλικός οίκος της Βαυαρίας, που βρισκόταν στην εξουσία από το 1180 έως το 1918. Οι Β. πήραν το όνομά τους από ένα φρούριο κοντά στο Άουγκσμπουργκ.Η αρχή του οίκου ανάγεται στον 10o αι. Το 1120, ο αυτοκράτορας Ερρίκος Ε’ παραχώρησε στον οίκο Β. ως φέουδο το Παλατινάτο, ενώ το 1180 ο Μπαρμπαρόσα τού παραχώρησε τη Βαυαρία και τον δουκικό τίτλο. Οι κτήσεις των Β., που τεμαχίστηκαν εξαιτίας διαδοχικών κληρονομιών, συγκεντρώθηκαν εκ νέου το 1329, ύστερα από τη συμφωνία της Παβίας, υπό τους Β. της Βαυαρίας και τους Β. του Παλατινάτου. Ο κλάδος των Β. της Βαυαρίας συνεχίστηκε έως το 1777 με τελευταίο αντιπρόσωπο τον Μαξιμιλιανό Γ’ Ιωσήφ, ενώ εκείνος του Παλατινάτου το 1777, επί Καρόλου Θεοδώρου, κληρονόμησε και τη Βαυαρία. Μετά τον θάνατο του τελευταίου, οι κτήσεις των Β. ενώθηκαν από τον Μαξιμιλιανό Δ’ Ιωσήφ του κλάδου του Τσβάιμπρικεν (1799), που το 1805 έλαβε από τον Ναπολέοντα τον τίτλο του βασιλιά. Οι Β. έχασαν τον θρόνο το 1918. Από τον οίκο των Β. προερχόταν ο πρώτος βασιλιάς της Ελλάδας Όθωνας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Λουδοβίκος Βίτελσμπαχ — (Ludwig Wittelsbach). Όνομα τριών βασιλιάδων της Βαυαρίας. 1. Λ.Β. Α’ (1786 – 1868). Βασιλιάς της Βαυαρίας (1825 48) και πατέρας του πρώτου βασιλιά των Ελλήνων Όθωνα. Γιος του βασιλιά Μαξιμιλιανού Α’, υπηρέτησε στον στρατό του Ναπολέοντα… …   Dictionary of Greek

  • Βαυαρία — (Bayern). Ομόσπονδο κράτος (70.547 τ. χλμ., 12.154.967 κάτ.) της Γερμανικής Δημοκρατίας, της οποίας καταλαμβάνει το νοτιοανατολικό τμήμα. Συνορεύει Ν και ΝΑ με την Αυστρία, Α με την Τσεχία, Δ και ΒΔ με τα κρατίδια του Μπάντεν Βίρτερμπεργκ και της …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Παλατινάτο — Σύνολο φέουδων, που παραχωρήθηκαν από τον Φρειδερίκο Μπαρμπαρόσα στον αδελφό του Κοράδο, ο οποίος ονομάστηκε (1156) κόμης Παλατίνος του Ρήνου και πρίγκιπας της Αυτοκρατορίας, και που ενώθηκαν το 1214 με τη Βαυαρία, κάτω από τον Οίκο των… …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • Μαξιμιλιανός — I (Maximilian). Όνομα αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. 1. Μ. A’ (Νόισταντ Βιέννης 1459 – Βελς 1519). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του Γερμανικού έθνους (1493 1519). Ήταν πρωτότοκος γιος του αυτοκράτορα Φρειδερίκου… …   Dictionary of Greek

  • Αψβούργοι — (Habsburg). Ευρωπαϊκή δυναστεία αλσατικής καταγωγής. Το όνομά της προέρχεται από το φρούριο Άμπζιχτσμπουργκ (Habsichtsburg), που έχτισε στις αρχές του 11ου αι. ο Βέρνερ, επίσκοπος του Στρασβούργου, στον ποταμό Άαρ, στα περίχωρα της Ζυρίχης. Οι Α …   Dictionary of Greek

  • Διαδοχής, πόλεμοι — Τρεις ευρωπαϊκοί πόλεμοι του πρώτου μισού του 18ου αι., που διεξήχθησαν για τη διαδοχή των θρόνων της Ισπανίας, της Πολωνίας και της Αυστρίας. 1. Πόλεμος για τη διαδοχή της Ισπανίας (1701 13). Ο πόλεμος για τη διαδοχή της Ισπανίας ξέσπασε με… …   Dictionary of Greek

  • Ελισάβετ — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Αγία από τη φυλή του Λευί, μητέρα του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Ήταν συγγενής της Θεοτόκου και σύζυγος του ιερέα Ζαχαρία. Σύμφωνα με την παράδοση, αν και η Ε. δεν μπορούσε να τεκνοποιήσει και… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Νεότεροι χρόνοι) — Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΝΕΟΤΕΡΩΝ ΧΡΟΝΩΝ (1828 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ) Τα γεγονότα που σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας ήταν πολλά και ιδιαίτερα σημαντικά, συνέτειναν δε, μέσα από αιματηρές εσωτερικές διενέξεις (με αποκορύφωμα τον εθνικό διχασμό) και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”